Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) και ιδιαίτερα των φωτοβολταϊκών (Φ/Β) στην Κύπρο έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο τα τελευταία χρόνια, προσελκύοντας τόσο ιδιώτες όσο και επιχειρήσεις να επενδύσουν σε αυτή την τεχνολογία. Ωστόσο, παρά τη δυναμική αυτή, πολλοί παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από Φ/Β συστήματα έρχονται αντιμέτωποι με ένα σοβαρό πρόβλημα: τις περικοπές στην παραγωγή τους.
Το πρόβλημα των περικοπών έχει πυροδοτήσει έντονες αντιδράσεις από τους πολίτες, καθώς επηρεάζει την οικονομική απόδοση των επενδύσεών τους και εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη διαχείριση του ενεργειακού συστήματος. Οι κυβερνητικοί φορείς, η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) και ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου (ΔΣΜΚ) έχουν επιχειρηματολογήσει υπέρ των περικοπών, επικαλούμενοι λόγους ευστάθειας του ηλεκτρικού δικτύου. Από την άλλη, οι θιγόμενοι καταναλωτές και μικροπαραγωγοί εκφράζουν την αγανάκτησή τους, καθώς οι περικοπές επηρεάζουν άμεσα τη βιωσιμότητα των συστημάτων τους.
Περικοπές στην παραγωγή ενέργειας από Φ/Β συστήματα συντελούνται όταν η παραγωγή των Φ/Β διακόπτεται τεχνητά από το δίκτυο για συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. Αυτό συμβαίνει κυρίως σε ώρες και ημέρες χαμηλής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, όταν το δίκτυο δεν μπορεί να απορροφήσει την επιπλέον παραγωγή. Ο ΔΣΜΚ υποστηρίζει ότι αυτές οι περικοπές είναι απαραίτητες για τη σταθερότητα του ηλεκτρικού συστήματος. Η Κύπρος διαθέτει ένα απομονωμένο δίκτυο ηλεκτροδότησης, χωρίς διασύνδεση με γειτονικές χώρες. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα εξαγωγής πλεονάζουσας ενέργειας, με αποτέλεσμα το δίκτυο να πρέπει να διαχειρίζεται τις αιχμές παραγωγής με εσωτερικά μέσα.
Ωστόσο, η πραγματικότητα που βιώνουν οι καταναλωτές και οι επενδυτές στα Φ/Β είναι διαφορετική. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι περικοπές συχνά οδηγούν σε σημαντικές οικονομικές απώλειες, καθώς μειώνουν τη συνολική παραγωγή και παρατείνουν τον χρόνο απόσβεσης της επένδυσης. Η κυβέρνηση και η ΑΗΚ επιχειρηματολογούν ότι οι περικοπές δεν αποτελούν πραγματική οικονομική ζημιά, αλλά απλώς «μείωση κέρδους». Υποστηρίζουν ότι ακόμη και με τις περικοπές, οι καταναλωτές πληρώνουν λιγότερα από όσα θα πλήρωναν αν δεν είχαν Φ/Β. Ωστόσο, αυτή η λογική παραβλέπει ότι οι πολίτες έχουν επενδύσει χιλιάδες ευρώ με τον υπολογισμό ότι θα αποσβέσουν το κόστος μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Με τις περικοπές, ο χρόνος απόσβεσης διπλασιάζεται, ενώ όσοι έχουν χρηματοδοτήσει την εγκατάσταση μέσω δανείων, ενδέχεται να βρεθούν σε οικονομική δυσχέρεια, αφού οι τόκοι δεν καλύπτονται πλέον από την εξοικονόμηση.
Η κυβέρνηση και η ΑΗΚ αποτυγχάνουν να προτείνουν ουσιαστικές λύσεις στο πρόβλημα, ενώ παράλληλα δεν πληροφορούν σωστά και αντικειμενικά την κοινή γνώμη. Η πραγματικότητα είναι ότι το ηλεκτρικό δίκτυο της Κύπρου παραμένει ανεπαρκές για την απορρόφηση της παραγόμενης πράσινης ενέργειας, καθώς δεν έχουν υλοποιηθεί εγκαίρως κρίσιμες επενδύσεις σε αποθήκευση και διαχείριση φορτίου. Επιπλέον, οι διαδικασίες επιβολής περικοπών γίνονται χωρίς διαφάνεια, αφού οι καταναλωτές δεν ενημερώνονται επαρκώς για τη συχνότητα και την έκταση των αποκοπών, ούτε έχουν πρόσβαση σε δεδομένα που θα τους επέτρεπαν να κατανοήσουν πλήρως το μέγεθος της οικονομικής τους ζημιάς. Πέραν των πιο πάνω, θεωρείται απαράδεκτο και ανεπίτρεπτο η ΑΗΚ, ένας ημικρατικός οργανισμός κοινής ωφελείας, να κάνει δυσμενή διάκριση έναντι μερίδας πελατών της που είναι οι νέοι πελάτες-παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας μέσω Φ/Β που τους περικόπτει την παραγωγή τους, ενώ δεν πράττει το ίδιο με παλαιότερους παραγωγούς-πελάτες της. Έστω και αν συμπεριελήφθη αυτή η δυνατότητα στο συμβόλαιο που υπέγραψαν οι νεότεροι πελάτες, αυτή καθαυτή η συμπερίληψη άνισης μεταχείρισης πελατών από τον ίδιο ημικρατικό οργανισμό είναι απαράδεκτη και εγείρει ερωτήματα νομιμότητας.
Η προσέγγιση της κυβέρνησης και της ΑΗΚ αγνοεί μια κρίσιμη παράμετρο: την αρχική επένδυση των καταναλωτών. Για να εγκαταστήσει κάποιος ένα Φ/Β σύστημα, έχει καταβάλει ένα σημαντικό ποσό, το οποίο υπολογίζει να αποσβέσει μέσω της εξοικονόμησης στον λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος. Αν οι περικοπές μειώσουν σημαντικά την απόδοση της εγκατάστασης, ο χρόνος απόσβεσης αυξάνεται, καθιστώντας την επένδυση λιγότερο συμφέρουσα. Χαρακτηριστική είναι η δημοσιοποιημένη περίπτωση δύο μικρών οικιακών Φ/Β συστημάτων των 4 kW, που υπέστησαν περικοπές που οδήγησαν σε απώλειες της τάξης του 20-22% της συνολικής παραγωγής τους μέσα σε 14 ημέρες. Αυτό μεταφράζεται σε οικονομική ζημιά 16-18 ευρώ σε μόλις δύο εβδομάδες. Σε ετήσια βάση, η συνολική ζημιά μπορεί να φτάσει ή και να ξεπεράσει τα 400 ευρώ, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό για τους μικρούς παραγωγούς.
Επιπλέον, οι περισσότεροι οικιακοί παραγωγοί έχουν εγκαταστήσει Φ/Β μέσω του προγράμματος «Net Metering», όπου η ενέργεια που παράγουν συμψηφίζεται με την ενέργεια που καταναλώνουν. Ωστόσο, αν το σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει πλήρως λόγω των περικοπών, η εξοικονόμηση περιορίζεται, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να χρειάζεται να πληρώνουν μεγαλύτερα ποσά στην ΑΗΚ. Πέραν τούτου, οι καταναλωτές έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τις πραγματικές επιπτώσεις των περικοπών και τις εναλλακτικές λύσεις που εξετάζει η κυβέρνηση. Οι αρμόδιοι φορείς πρέπει να παρέχουν σαφή δεδομένα σχετικά με τη συχνότητα και την ένταση των περικοπών, καθώς και να εμπλέξουν ενεργά τους πολίτες στη διαμόρφωση λύσεων.
Είναι οι περικοπές η μόνη λύση; Η απάντηση είναι όχι. Αν και η σταθερότητα του ηλεκτρικού δικτύου είναι κρίσιμη, υπάρχουν λύσεις που μπορούν να μειώσουν την ανάγκη για περικοπές. Η ενσωμάτωση συστημάτων αποθήκευσης, όπως μπαταρίες μεγάλης κλίμακας, θα μπορούσε να απορροφήσει το πλεόνασμα παραγωγής και να το διαθέσει στο δίκτυο όταν υπάρχει ανάγκη. Σε χώρες όπως η Γερμανία και η Αυστραλία, η αποθήκευση ενέργειας έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη μείωση των περικοπών. Η κυβέρνηση μπορεί να προωθήσει προγράμματα επιδότησης για την αγορά οικιακών συστημάτων αποθήκευσης (μπαταρίες) ή την έξυπνη διαχείριση ενέργειας, ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να αξιοποιούν καλύτερα την παραγόμενη ενέργεια. Επιπλέον, οι πολίτες που επηρεάζονται από περικοπές θα πρέπει να αποζημιώνονται οικονομικά, ώστε να μην επιβαρύνονται μονομερώς από τις αδυναμίες του δικτύου.
Είναι επίσης επιτακτική η ανάγκη για επιτάχυνση του EuroAsia Interconnector. Η σύνδεση της Κύπρου με τα δίκτυα της Ελλάδας και του Ισραήλ θα επέτρεπε τη μεταφορά πλεονάζουσας ενέργειας και θα μείωνε την ανάγκη για περικοπές. Επιπλέον, οι φορείς ενέργειας οφείλουν να δημοσιοποιούν λεπτομερή δεδομένα για τις περικοπές, ώστε οι καταναλωτές να γνωρίζουν με ακρίβεια τις επιπτώσεις στις επενδύσεις τους.
Η μετάβαση στις ΑΠΕ είναι ζωτικής σημασίας για την ενεργειακή ανεξαρτησία της Κύπρου και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ωστόσο, οι περικοπές στην παραγωγή Φ/Β υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτήν την τεχνολογία και μειώνουν τα οικονομικά οφέλη των επενδύσεών τους. Η λύση δεν βρίσκεται στη συνέχιση των περικοπών, αλλά στη βελτίωση της διαχείρισης του ηλεκτρικού συστήματος, στην ανάπτυξη αποθήκευσης ενέργειας και στην υιοθέτηση τεχνολογικών λύσεων που θα επιτρέψουν την πλήρη αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας. Η κυβέρνηση, οι φορείς ενέργειας και οι καταναλωτές πρέπει να συνεργαστούν για ένα πιο δίκαιο και βιώσιμο ενεργειακό μέλλον. Η μετάβαση στις ΑΠΕ είναι απαραίτητη για την ενεργειακή ανεξαρτησία της Κύπρου, αλλά η αποτυχία διαχείρισης του ηλεκτρικού δικτύου και η άδικη αντιμετώπιση των μικρών παραγωγών δημιουργούν σοβαρά εμπόδια. Η κυβέρνηση και οι αρμόδιοι φορείς οφείλουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να προχωρήσουν σε λύσεις που θα διασφαλίζουν δίκαιη και αποδοτική χρήση της ηλιακής ενέργειας.
*Καθηγητή-ανθρωπολόγου στο Πανεπιστήμιο Philips, πρώην πρύτανη